Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012

Λεηλατημένη από την ηγεσία (μέρος πρώτο)

Υποτίθεται ότι δουλειά κάθε κυβέρνησης είναι να διατηρεί ζωντανή την κοινωνική αφήγηση με όλες τις αντιφάσεις και τα προβλήματά της. Μόνο που, η αναγκαία αυτή αφήγηση δεν υπάρχει στην Ισπανία, ούτε υπήρξε ποτέ. Κι αυτό γιατί, μετά τον θάνατο του Φράνκο και τη μετάβαση στη δημοκρατία, η πολιτική ηγεσία της χώρας ανέδειξε την πνευματική οκνηρία σε σήμα κατατεθέν. Κανείς δεν ένιωσε την ανάγκη να συλλάβει ένα βιώσιμο μοντέλο για τη χώρα. Αν, μάλιστα, καθίσει κάποιος να αναλογιστεί, όπως έκανα εγώ, τις παρεμβάσεις στο Κοινοβούλιο ή τις ομιλίες στις προεκλογικές εκστρατείες, δεν θα βρει ούτε μία αξιομνημόνευτη φράση που να παραπέμπει σε αυτό που ονομάζουμε όραμα για τη χώρα και την κοινωνία.
Ο μόνος Ισπανός πολιτικός ηγέτης που επιχείρησε να αποδώσει την αφήγηση της ισπανικής κοινωνίας ήταν ο Μανουέλ Αθάνια, ο τελευταίος πρόεδρος της Ισπανικής Δημοκρατίας πριν το πραξικόπημα του Φράνκο το 1936. Δεν υπήρξε άλλος ούτε υπάρχει, διότι η Ισπανία πάσχει από την έλλειψη μιας πεφωτισμένης αστικής τάξης, αυτής ακριβώς που θα μπορούσε να αναδείξει μια σπουδαία πολιτική μορφή.
Η μοναδική ενδιαφέρουσα δήλωση ήταν ένα απόφθεγμα του Ντενγκ Χσιάο Πινγκ, το οποίο επανέλαβε στην εποχή του ο Φελίπε (πρωθυπουργός 1982-1996) : « Δεν έχει σημασία αν ο γάτος είναι άσπρος ή μαύρος, αρκεί να πιάνει ποντίκια ». Με αφετηρία αυτή τη φράση που κυριάρχησε σε όλες τις κοινωνικές, οικονομικές, πολιτιστικές και πολιτικές καταστάσεις, θα προσπαθήσω να αφηγηθώ μια ιστορία που να μου δίνει να καταλάβω τι στα κομμάτια έγινε, τι διάολο γίνεται τώρα και γιατί. Ως Ευρωπαίος πολίτης, έχω ανάγκη από μια ιστορία για να κατανοήσω αυτό το εφιαλτικό παρόν, μια ιστορία που θα με βοηθήσει να βρω μια διέξοδο από αυτό, προτού με παγιδεύσει μέσα του, όπως το καταραμένο πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι.
Έκανε αρκετό κρύο στη Μαδρίτη εκείνο το πρωί της 4ης Φεβρουαρίου του 1988, αν και η χαμηλή θερμοκρασία ήταν αισθητή μοναχά στον δρόμο κι όχι μέσα στην αίθουσα της Βουλής, όπου τα αίματα είχαν ανάψει για τα καλά. Περισσότεροι από χίλιοι επιχειρηματίες, προσκεκλημένοι του Συνδέσμου για την Πρόοδο της Επιχειρηματικότητας (APD) περίμεναν τα ενθαρρυντικά λόγια του Κάρλος Σολτσάγα, υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών της σοσιαλιστικής κυβέρνησης του Φελίπε Γκονσάλες. Και ο υπουργός μίλησε : « Η Ισπανία είναι η χώρα στην οποία μπορεί κανείς να κερδίσει περισσότερα χρήματα σε σύντομο διάστημα από οποιαδήποτε άλλη στην Ευρώπη, ενδεχομένως και στον κόσμο. Δεν το λέω μόνο εγώ : το επιβεβαιώνουν επίσης οι χρηματιστηριακοί σύμβουλοι και οι αναλυτές ».
Το χειροκρότημα ανέβασε τη θερμοκρασία σε τροπικά επίπεδα. Το Εργατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα της Ισπανίας (PSOE) μιλούσε ξεκάθαρα και χωρίς περιστροφές. Η Ισπανία ήταν μια χώρα στην οποία μόνο οι ηλίθιοι δεν μπορούσαν να γίνουν πλούσιοι ή, έστω, να ζήσουν με την ιδέα ότι θα γίνουν πλούσιοι. Οι στοιχειώδεις κανόνες λειτουργίας της οικονομίας, η αρχή της αλληλεγγύης, η σοσιαλδημοκρατική αντίληψη περί ευημερίας, μια αριστερή προσέγγιση για τη δημιουργία του πλούτου, όλα αυτά, καθώς και τα υπόλοιπα, σαρώθηκαν πάνω στην ένδοξη πορεία κατά την οποία μοναδικό σήμα κατατεθέν της κοινωνίας έγινε ο πλούτος και δη, ο « εύκολος ».
Πώς μπορεί, άραγε, μια χώρα να πέσει στην παγίδα του εύκολου πλουτισμού ; Η παγκόσμια κρίση προσφέρει ήδη πολλές ερμηνείες δια στόματος οικονομολόγων, οι οποίοι καταδεικνύουν το προφανές : Ναι μεν το καπιταλιστικό σύστημα έχει αποτύχει συνολικά, ωστόσο, ειδικά στην περίπτωση της Ισπανίας, τα αίτια πρέπει να αναζητηθούν στη λειψή μετάβαση από ένα δικτατορικό, εθνικιστικό και καθολικό κράτος σε ένα δημοκρατικό, που πιστεύω του υπήρξε η λήθη και η επανεκκίνηση.
Η ένταξη στην κοινότητα των ευρωπαϊκών κρατών είτε δεν επέτρεψε είτε αποσόβησε κάθε συζήτηση σχετικά με τη φύση της πορείας προς τη δημοκρατία. Η εμπειρία της Ισπανικής Δημοκρατίας αγνοήθηκε, χωρίς κανένας να ανησυχήσει για το τίμημα της απουσίας ιστορικών αναφορών, για τη μανία με τη Δύση που μας έριξε στην αγκαλιά του ΝΑΤΟ προς το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, ούτε, κυρίως, για την ισπανική πολιτισμική κατάρα που ακούει στο όνομα « Πίκαρος ». Ο γάτος, ό,τι χρώμα κι αν ήταν, έπρεπε να πιάνει ποντίκια.

από Le Monde diplomatique, του Λουίς Σεπούλβεδα

συνεχίζεται...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.